Η Κυπριακή κοινωνία αλλοιώνεται.  Δέχεται συνεχή και επαναλαμβανόμενα χτυπήματα διαχρονικά από το 1974 , το έτος της μεγάλης καταστροφής. Μια κοινωνία όπως η Κυπριακή εξαναγκάστηκε τα τελευταία χρόνια να μετασχηματιστεί σε κάτι ξένο και να μετατραπεί και να υιοθετήσει πρότυπα που δεν είχαν και δεν έχουν καμιά σχέση με τις πραγματικές ανάγκες ή αξίες ή προτεραιότητες της Κυπριακής κοινωνίας.

Είναι γι΄ αυτόν τον λόγο που παρατηρούνται έντονα τα συμπτώματα της αλλοτρίωσης, τα συμπτώματα της διαφθοράς, της απάθειας και της αδράνειας, της έκπτωσης από αξίες όπως και η απώλεια εννοιών, αξιών και ιδανικών που ήσαν εγγενώς συνώνυμες με το λαό μας, όπως η λεβεντιά, το φιλότιμο, ο πατριωτισμός και η προσήλωση στο σωστό και το δίκαιο.

Σαν κοινωνία ανεχόμαστε πλέον την ισοπέδωση και το μηδενισμό ενώ έχουμε αναγάγει τον πλουτισμό σε υπέρτατη αξία. Τα κακέκτυπα του όπως η «αρπαχτή», η «ζούλα», το «κόλπο» έχουν αναχθεί σε πρότυπο συμπεριφοράς, αφού το μόνο ζητούμενο είναι ο πλουτισμός πάση θυσία και με κάθε κόστος. Αυτή η εικόνα αναπαράγεται και εντείνεται στην καθημερινή μας ζωή, αλλά και μέσα από τη συμπεριφορά των ηγεσιών της κοινωνίας αυτής είτε αυτή είναι η πολιτική ηγεσία, είτε η οικονομική, είτε η πολιτιστική ή η κατεστημένη ηγεσία, αυτή δηλαδή που έχει επικρατήσει και υφίσταται ιστορικά από την εποχή της αποικιοκρατίας μέχρι σήμερα. Γι΄ αυτό και δεν εκπλήσσουν πλέον πολλά πράγματα και καταστάσεις που δεν συνέβαιναν ούτε και θα μπορούσαν να συμβούν  σε άλλες πιο εξελιγμένες ή λιγότερο ασύδοτες κοινωνίες. Το αγγλόφρον  κατεστημένο της Κύπρου, αυτό που ταυτίστηκε με την αποικιοκρατία  και καταπίεζε τις εξαθλιωμένες μάζες του λαού μας, αυτό που καταδίωκε ή κατέδιδε τους αγωνιστές για την Αυτοδιάθεση, την Ελευθερία και τη Δημοκρατία, όχι μόνο δεν πλήρωσε οποιοδήποτε κόστος για τη στάση του αλλά συνέχισε και μετά την ανεξαρτησία και συνεχίζει σήμερα να είναι η οικονομική ελίτ αυτού του τόπου.

Στην Κύπρο, συνάδελφοι, έγινε ένα διπλό έγκλημα το 74 με θύμα τον Κυπριακό Λαό, ο οποίος έκλαψε επί ερειπίων.  Μας έχουν κλέψει τη γη μας, έχουν προσφυγοποιήσει το λαό μας, έχουν διαρρήξει ανεπανόρθωτά τον κοινωνικό ιστό και κανείς από τους πραγματικά υπαίτιους δεν έχει πληρώσει. Ατιμώρητοι εξακολουθούν να είναι οι μεταγενέστεροι υπαίτιοι της καταστροφής της οικονομίας μας διαχρονικά, την οποία έχτισε με το αίμα και τον ιδρώτα του ο Κύπριος πολίτης.

Είναι μέσα σ΄αυτό το περιβάλλον που πρέπει να ιδωθεί και ο φετινός προϋπολογισμός που θα έπρεπε να είχε επιτέλους ως πρωταρχικό μέλημα την επανασύσταση και επανίδρυση της κοινωνίας μας μέσα από φιλοσοφία και δράση κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης. Δυστυχώς, ούτε αυτό γίνεται με αποτέλεσμα να αναπαράγονται και στο μέλλον τα ίδια φαινόμενα μιας κοινωνίας η οποία δεν ανταποκρίνεται στην απαίτηση μιας  κοινωνίας αλληλεγγύης με επίκεντρο τον άνθρωπο μέσα από συνθήκες ισοπολιτείας, Δημοκρατίας και ελευθερίας.

Αγαπητοί συνάδελφοι, επαναλαμβάνω ότι έχουμε φτάσει σε ένα οριακό σημείο από άποψη κοινωνίας, θα ανέμενε κάποιος ότι το κράτος και ειδικά η Κυβέρνηση  θα προχωρούσε σε κείνες τις δράσεις που απαιτούνται για απάμβλυνση των φαινομένων  των ανισοτήτων και των αδικιών, αλλά και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία και κατά συνέπεια η κυπριακή κοινωνία.

Θα ανέμενε κάποιος ότι πέραν της διαχείρισης, δηλαδή πέραν των αναγκαίων δαπανών, που προβλέπονται και απαιτούνται για τη λειτουργία του κράτους, τη λειτουργία των υπηρεσιών ή την καταβολή των μισθών, ή την προσφορά υπηρεσιών που οφείλει το κράτος προς τον πολίτη να διενεργεί, θα παρουσίαζε ο προϋπολογισμός μια κοινωνική ευαισθησία και μια δυναμική ανάπτυξη προκειμένου να αντιμετωπισθεί το μεγάλο πρόβλημα που υπάρχει σήμερα στη Κυπριακή οικονομία και κοινωνία.

Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι έτσι. Τα αίτια της οικονομικής δυσπραγίας και τα προβλήματα παραμένουν. Ποια είναι το προβλήματα; Ασφαλώς η ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου, το στέγνωμα της αγοράς, η αδυναμία πρόσβασης σε φτηνό χρήμα προκειμένου να ανθίσουν νέες επιχειρήσεις για παραγωγικές και νέες θέσεις εργασίας ή να βελτιωθούν οι υφιστάμενες προκειμένου να αντέξουν στον ανταγωνισμό.

Στο θέμα αυτό, να θέσουμε ξανά το κρίσιμο ερώτημα: Πώς ένας νέος άνθρωπος σήμερα θα ξεκινήσει μια επιχείρηση για την οποία ξόδεψε δεκάδες χιλιάδες ευρώ για να τη σπουδάσει και την οποία αδυνατεί να θεμελιώσει, επειδή δεν έχει πρόσβαση σε φτηνό δανεισμό; Αν και εφόσον κατορθώσει το ακατόρθωτο, να δανειοδοτηθεί δηλαδή, οι όροι θα είναι λεόντειοι εις βάρος του.   Του επιβάλλονται όροι και ρήτρες καταχρηστικές και άδικες, τόκοι υπερημερίας, πανωτόκια, ειδοποιήσεις για εκποίηση και αυτά πριν καν προλάβει να παραχθεί το εισόδημα πάνω στο οποίο θα κτίσει το μέλλον του.

Το ίδιο συμβαίνει και με τον υφιστάμενο επιχειρηματία, τον τεχνίτη, τον μικροβιοτέχνη. Πώς θα αντέξει τον ανταγωνισμό; Πώς θα βελτιώσει τη δουλειά του ή το προϊόν του χωρίς πρόσβαση σε φτηνό χρήμα;

Πώς, επομένως, μπορούμε να αντιδράσουμε στην αναπαραγωγή των προβλημάτων και των ανισοτήτων στην ευκαιρία;  Τα χαρακτηριστικά της κυπριακής οικονομίας εξακολουθούν να έχουν ως εξής: υπάρχουν χιλιάδες νοικοκυριά και μικροεπιχειρήσεις που αδυνατούν να ανταποκριθούν σε χρέη και οφειλές. Παράλληλα υπάρχει ένα τραπεζικό δυοπώλιο το οποίο σήμερα κατέχει πέραν του 60% της αγοράς και προς την οποία τα νοικοκυριά και οι μικροεπιχειρήσεις είναι καταχρεωμένα. Επιπρόσθετα, ο λοιπός τραπεζικός τομέας χαρακτηρίζεται από ολιγοπολιακή κατάσταση πραγμάτων. Στην ουσία δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ανταγωνισμός σε επίπεδο τραπεζικού τομέα. Οι τράπεζες λειτουργούν όπως θέλουν και κυριολεκτικώς δρουν ανεξέλεγκτες στην Κύπρο με θύμα τα νοικοκυριά και τις μικροεπιχειρήσεις, ενώ από την άλλη θα συνεχίσει η κατάσταση της οικονομίας με κύριο χαρακτηριστικό τη δύσκολη ως αδύνατη χρηματοδότηση , το ακριβό χρήμα και το δανεισμό με όρους λεόντειους υπέρ των τραπεζών.

Στην Κύπρο, συνάδελφοι, ζούμε την απόλυτη και ανεξέλεγκτη χειραγώγηση της κυπριακής οικονομίας από το τραπεζικό κεφάλαιο. Φρόντισε η Κυβέρνηση να εξοπλίσει τις τράπεζες με ένα απίστευτου εύρους νομικό οπλοστάσιο το οποίο η πλειοψηφία της Βουλής πρόσφερε στα χέρια του τραπεζικού κεφαλαίου χωρίς να το συνοδεύσει με όρους ή περιορισμούς. Σήμερα μια τράπεζα μπορεί να καθορίσει η ίδια το ποσόν της οφειλής, να προκαλέσει την αναγκαστική πώληση, την εκποίηση δηλαδή της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη χωρίς απόφαση δικαστηρίου και χωρίς να λαμβάνει υπόψιν τις ενστάσεις του οφειλέτη αναφορικά με το ύψος της πραγματικής οφειλής. Η ίδια η τράπεζα πωλεί σε όποια τιμή θέλει και σε  όποιο θέλει τα ακίνητα, τις περισσότερες φορές στον εαυτό της, χωρίς να δεσμεύεται από οποιοδήποτε κανόνα ή περιορισμό. Προκάλεσε η Κυβέρνηση και η πλειοψηφία της Βουλής ψήφισε ώστε να πωλούνται τα δάνεια αδιακρίτως, χωρίς περιορισμούς και χωρίς να λαμβάνεται υπόψιν ο οφειλέτης. Πωλούνται συλλήβδην  υπό μορφή πακέτου. Επιβάλλονται στους οφειλέτες απαράδεκτοι όροι και χρεώσεις. Ήδη παρατηρούνται μαζικές εκποιήσεις.

Αν η κυβέρνηση εμφορείτο από μια διαφορετική νοοτροπία θα επεδίωκε τουλάχιστον την επιβολή προστατευτικών όρων και περιορισμών στην ανεξέλεγκτη δράση των Τραπεζών.  Τουλάχιστον ώστε να αποφευχθεί η εκποίηση περιουσιών εις βάρος εκείνων των νοικοκυριών και εκείνων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους για λόγους που δεν φταίνε οι ίδιοι (μείωση εισοδημάτων-αύξηση υποχρεώσεων). Από την άλλη , θα έπρεπε η Κυβέρνηση να είχε προβλέψει τη χρηματοδότηση αναπτυξιακών έργων, προκειμένου να κινηθεί η αγορά ώστε να αντισταθμιστεί η οικονομική κατάσταση , στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω. Εκεί δηλαδή που η ιδιωτική επένδυση δεν επιτυγχάνει ή δεν υπάρχει, εκεί το κράτος οφείλει να προχωρήσει στις δημόσιες πλέον επενδύσεις, γιατί αυτό είναι μια από της κοινωνικές του υποχρεώσεις. Δεν το πράττει με αποτέλεσμα να έχουμε ξανά την ίδια  εικόνα με βασικό αποδέχτη και θύμα το μέσο, το συνετό νοικοκύρη , τον ανώνυμο πολίτη και φορολογούμενο αυτού του κράτους. Δε θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι αυτό που περιγράφω δεν είναι  ούτε κάτι το αυθαίρετο ούτε ουτοπικό.  Είναι το «new deal» που επιχείρησε με επιτυχία  παλιότερα η Αμερική του Ρούσβελτ κατά το μεσοπόλεμο, μετά το “Κράχ”.   Αυτό έκανε η Ευρώπη μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτό κάνει η κάθε σοβαρή κυβέρνηση όταν εντοπίσει ότι στα πλαίσια της κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας είναι αδύνατο για το μέσο πολίτη να έχει πρόσβαση στο φτηνό χρήμα για βελτίωση της επιχείρησης του, εισαγωγή νέας τεχνολογίας και καινοτομίας. Δεν το πράττει όμως η κυβέρνηση και αυτό αποδεικνύεται μέσα από το διαχειριστικό και λογιστικής αντίληψης προϋπολογισμό που εξετάζουμε σήμερα.

Αγαπητοί συνάδελφοι, δε φαίνεται να απασχολούν επίσης η αδυναμία κατανόησης των προβλημάτων που ταλαιπωρούν τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού. Απουσιάζουν από τον προϋπολογισμό του κράτους μας οι παρεμβάσεις για την ειδική εκπαίδευση υπέρ των ατόμων με αναπηρία, η μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Μένουμε στα λόγια. Λόγια πτερόεντα.

Έχουμε καταντήσει μια κοινωνία όπου τα σχολεία κινδυνεύουν να λειτουργούν μόνο ως τόποι φύλαξης των παιδιών, με απογοητευτικά αποτελέσματα εφ΄όλης της ύλης. Δημιουργούμε ένα στρατό ημιμαθών, απείθαρχων νέων ανθρώπων, χωρίς όραμα και αυτοεκτίμηση αναπαράγοντας τη δική μας ανεπάρκεια και ανικανότητα σε μια κοινωνία αδιαφορίας.

Κι όλα αυτά σε μια κατεχόμενη πατρίδα όπου έχει απαξιωθεί το μέλλον και η αγάπη προς την πατρίδα. Μια κατεχόμενη πατρίδα χωρίς δαπάνες για άμυνα, χωρίς όραμα.  Συμπεριφερόμαστε ως εάν να είμαστε το Λουξεμβούργο ή η Δανία κράτη που δεν κινδυνεύουν να τους επιτεθούν οι γείτονές τους, ενώ κλείνουμε τα μάτια και τα αυτιά μας προσποιούμενοι ότι δεν βλέπουμε τη σημαία της κατοχής στον Πενταδάκτυλο ούτε και ακούμε τις απειλές της Τουρκίας.  Καταντήσαμε μία κοινωνία φυγόστρατων, όπου ο πατριωτισμός παρουσιάζεται εσκεμμένα σαν εκδήλωση σωβινισμού και εθνικισμού, ενώ θα έπρεπε όλοι να γνωρίζουν ότι μία από τις μεγαλύτερες αρετές όλων και ένα από τα μεγαλύτερα προσόντα της αριστεράς διαχρονικά ανά το παγκόσμιο ήταν ο πατριωτισμός, ο οποίος λείπει σήμερα από την Κύπρο.  Ακολουθούμε μία πορεία απάθειας και ανοχής έναντι όλων των δεινών που επεσώρευσε η τουρκική κατοχή.  Ανεχόμαστε τις ουρές στα οδοφράγματα προκειμένου να επισκεφθούμε τα κατεχόμενα για να αγοράσουμε ψεύτικες μάρκες ρούχων, να βάλουμε φτηνά καύσιμα για να γλιτώσουμε πέντε μπακκίρες, για να αγοράσουμε φτηνά φάρμακα-δηλητήρια, ενώ αποδεχόμαστε να καταναλώνουν τα παιδιά μας προϊόντα δηλητηριασμένα από απαγορευμένα φυτοφάρμακα που μας έρχονται από τα κατεχόμενα.  Τίποτε δεν μας συγκινεί πλέον ούτε καν οι στρατιές των θαμώνων των καζίνων που προσφέρουν εκατομμύρια ούτε και οι επισκέπτες στην Κερύνεια και στους χώρους όπου έπεσαν παιδιά το 74 και σφαγιάστηκαν άμαχοι, μόνο και μόνο για να μείνουν σε φτηνά πολυτελή ξενοδοχεία δύο-τρεις νύκτες ή να φάνε αιγυπτιακό ψάρι στα κατεχόμενα.

Είμαστε μία ημικατεχόμενη πατρίδα στην οποία τοποθετούμε σκιάχτρα για να φυλάσσονται αυτά που καταντήσαμε να θεωρούμε σύνορα.  Καννιβαλίζουμε τον οπλισμό μας ελλείψει ανταλλακτικών που δεν αγοράζουμε και την ίδια στιγμή στις ελεύθερες περιοχές έχουμε αναγάγει την εξαπάτηση, τη διαφθορά και τα κόλπα σε επιστήμη.   Το κράτος θα έπρεπε να είχε πρώτιστα αντιδράσει μέσα από έμφαση στην πάταξη της διαφθοράς, στην αναπτέρωση του χαμένου ηθικού, στην χρηματοδότηση του πολιτισμού και στην παροχή ίσων ευκαιριών στους πολίτες.  Το αποφεύγει κατά τρόπο ακατανόητο και ο οποίος πλέον προκαλεί ερωτηματικά για τις αληθινές προθέσεις των κυβερνώντων σε αυτόν τον τόπο.

Ζούμε το θέατρο του παράλογου ακούγοντας τις πολιτικές ηγεσίες που ευθύνονται για τα αδιέξοδα του κυπριακού όλα αυτά τα χρόνια, να προσπαθούν να μας πείσουν τάχατες για την ανάγκη λύσης του Κυπριακού, λες και είμαστε εμείς το πρόβλημα, την στιγμή που οι ίδιοι ευθύνονται για τα αδιέξοδα της πολιτικής τους.   Προσπαθούν δήθεν να λύσουν το κυπριακό συνομιλώντας με τον εκάστοτε διορισμένο φερέφωνο της τουρκικής κατοχής στον οποίον έχουν προσδώσει το ανύπαρκτο κύρος του ηγέτη που μπορεί να αποφασίσει στο Κυπριακό, τη στιγμή που δεν μπορεί να αποφασίσει για τον διορισμό ή μετάθεση ενός στρατιώτη στα κατεχόμενα. Έχουμε αποδεχθεί τα κατεχόμενα να μετατραπούν σε συνιστών κρατίδιο του συνεταιρισμού που οραματιζόμαστε ο οποίος για να λειτουργήσει θα πρέπει να έρθουν τα πάνω κάτω και γι’ αυτό θα πρέπει ο κυπριακός λαός να απωλέσει και να παραιτηθεί από τα ανθρώπινά του δικαιώματα.   Έχουμε μετατραπεί σε φανατικούς οπαδούς αγνώστων σε μας όρων και εννοιών τις οποίες δεν παύουμε να επαναλαμβάνουμε συνεχώς χωρίς να κατανοούμε το περιεχόμενο τους.   Εδώ και δεκαετίες ακούμε τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία ως λύση του κυπριακού χωρίς να κατανοούμε τι σημαίνει αυτή. προσπαθώντας να αποσιωπήσουμε το γεγονός ότι η μόνη φορά που τόλμησαν οι εμπνευστές της, δηλαδή οι Αγγλοαμερικανοί και οι Τούρκοι να την παρουσιάσουν στον Κυπριακό λαό, ήταν τότε επί Σχεδίου Ανάν.

Ζούμε αγαπητοί συνάδελφοι σε μία κοινωνία όπου τα προβλήματα τα αναπαράγουν οι ίδιες οι λανθασμένες μας πολιτικές.  Το κυπριακό δεν λύνεται επειδή ακριβώς, επειδή  η Τουρκία τα θέλει όλα και επειδή προκειμένου να λειτουργήσει το σύστημα που μας έχει επιβληθεί μέσω της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, θα πρέπει η μειοψηφία να μετατραπεί σε πλειοψηφία και το αντίστροφο όπως και το άσπρο να γίνει μαύρο.

Αυτά ήθελα να πω σήμερα ενόψει της συζήτησης του Προϋπολογισμού με την ελπίδα ότι η νέα γενιά αυτού του τόπου θα ζήσει μία μέρα σε μια λεύτερη πατρίδα χωρίς σύνορα, ελεύθερα, χωρίς διαχωρισμούς σε μία κοινωνία ανθρώπινη, προοδευτική, ελεύθερη, δημιουργική και παραγωγική.

Share This Post!

Συμπληρώστε τα στοιχεία σας για να λαμβάνετε νέα και ενημερώσεις !