Ο προϋπολογισμός του 2018 είναι ένας προϋπολογισμός διαχειριστικός της λειτουργίας του κράτους. Παρουσιάζει και φέτος μια καθαρά λογιστική αντίληψη των πραγμάτων την ίδια ώρα που ο προϋπολογισμός της ανάπτυξης απέχει πάρα πολύ από την ανάπτυξη από την οποία επιβάλλεται να είχε γίνει σε ένα κράτος του οποίου ο πολίτης έχει υποστεί κατά τρόπο διαχρονικό πλήγματα αρχής γενομένης από την εισβολή, κατοχή και προσφυγιά του 1974 στην μεγάλη κλοπή του χρηματιστηρίου κάποια χρόνια αργότετρα, στην λεηλασία των δημοσίων οικονομικών και την κρίση του 2011 μέχρι σήμερα.
Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ένα κράτος του οποίου οι πολίτες υποβάλλονται σε άπαξιωτικές συμπεριφορές από το ίδιο τους το κράτος, το οποίο όχι μόνο δεν προστατεύει και δεν επεμβαίνει εκεί που θα έπρεπε να είχε πράξει (μέσω αυτού που ονομάζουμε κρατικού παρεμβατισμού), αλλά τις περισσότερες φορές συμμετέχει στην κλοπή, στη συγκάλυψη και στη λεηλασία. Είναι το ίδιο μας το κράτος που πρωτοστάτησε μέσω του Προέδρου της Δημοκρατίας το 2013 στο κούρεμα καταθέσεων, ότι και αν λένε όλοι αυτοί όσοι προσπαθούν να παρουσιάσουν το άσπρο-μάυρο. Αυτός είχε θέσει σαν θέμα αρχής το κούρεμα καταθέσεων και αυτό πέτυχε και ας μην προσποιούμαστε ότι υπήρχε πρώτο καλό ή δεύτερο κακό κούρεμα καταθέσεων.
Όταν ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ή το κουτί της Πανδώρας, όπως έπραξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας το Μάρτη του 2013, τα αποτελέσματα είναι κατακλυσμιαία και καταστροφικά και εκτός ελέγχου.
Επομένως, θα ανέμενε κάποιος ότι πέραν της διαχείρισης, δηλαδή πέραν των αναγκαίων δαπανών, που προβλέπονται και απαιτούνται για τη λειτουργία του κράτους, τη λειτουργία των υπηρεσιών ή την καταβολή των μισθών, ή την προσφορά υπηρεσιών που οφείλει το κράτος προς τον πολίτη να διενεργεί, θα παρουσίαζε ο προϋπολογισμός μια δυναμική ανάπτυξη προκειμένου να αντιμετωπισθεί το μέγαλο πρόβλημα που υπάρχει σήμερα στη Κυπριακή οικονομία και κοινωνία.
Ποιο έιναι το πρόβλημα; Ασφαλώς το στέγνωμα της αγοράς, η αδυναμία πρόσβασης σε φτηνό χρήμα προκειμένου να ανθίσουν νέες επιχειρήσεις, παραγωγικές και νέες θέσεις εργασίας ή να βελτιωθούν οι υφιστάμενες προκειμένου να αντέξουν στον ανταγωνισμό.
Στο θέμα αυτό, να θέσουμε ένα ερώτημα: Πώς ένας νέος άνθρωπος σήμερα θα ξεκινήσει μια επιχείρηση για την οποία ξόδεψε δεκάδες χιλιάδες ευρώ για να τη σπουδάσει και την οποία αδυνατεί να θεμελιώσει, γιατί δεν έχει πρόσβαση σε φτηνό δανεισμό; Αν και εφόσον κατορθώσει το ακατόρθωτο, να δανειοδοτηθεί δηλαδή, οι όροι θα είναι λεόντειοι εις βάρος του. Με τη παραμικρή ευκολία θα περιλαμβάνουν αυτό που γνωρίζουμε όλοι, τόκους υπερημερίας, πανωτόκια, ειδοποιήσεις για εκποίηση και αυτά πριν καν προλάβει να παραχθεί το εισόδημα πάνω στο οποίο θα κτίσει το μέλλον του.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον υφιστάμενο επιχειρηματία, τον τεχνίτη, τον μικροβιοτέχνη. Πώς θα αντέξει τον ανταγωνισμό; Πώς θα βελτιώσει τη δουλειά του ή το προϊόν του χωρίς πρόσβαση σε φτηνό χρήμα;
Η απάντηση βρίσκεται σε ένα κομμάτι της ομιλίας μου πέρσι, που καταδεικνύει την έλλειψη φαντασίας και οράματος και ότι τα ίδια πράγματα τα οποία δεν έγιναν πέρσι ή πρόπερσι εξακολουθούν να μη γίνονται, όπως ομοίως εξακολουθούν να γίνονται τα ίδια λάθη στο Κυπριακό ,στο οποίο θα επανέλθω σύντομα.
«Τα χαρακτηριστικά της κυπριακής οικονομίας σήμερα έχουν ως εξής: υπάρχουν χιλιάδες νοικοκυριά και μικροεπιχειρήσεις που αδυνατούν να ανταποκριθούν σε χρέη και οφειλές. Παράλληλα υπάρχει μια τράπεζα, η οποία σήμερα κατέχει πέριξ του 60% της αγοράς και προς την οποία τα νοικοκυριά και οι μικροεπιχειρήσεις είναι καταχρεωμένα. Επιπρόσθετα, ο λοιπός τραπεζικός τομέας χαρακτηρίζεται από ολιγοπολιακή κατάσταση πραγμάτων. Στην ουσία δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ανταγωνισμός σε επίπεδο τραπεζικού τομέα. Οι τράπεζες περισσότερο διεκδικούν την είσπραξη των οφειλομένων, αυτών που ονομάζουμε «κόκκινα δάνεια», παρά τη χρηματοδότηση της αγοράς. Αυτό τι σημαίνει; Ότι από τη μια το αμέσως επόμενο διάστημα θα έχουμε στην Κύπρο ένα μαζικό κύμα εκποιήσεων με θύμα τα νοικοκυριά και τις μικροεπιχειρήσεις, ενώ από την άλλη θα συνεχίσει η κατάσταση της οικονομίας με κύριο χαρακτηριστικό τη δύσκολη ως αδύνατη χρηματοδότηση , το ακριβό χρήμα και το δανεισμό με όρους λεόντειους υπέρ των τραπεζών.
Αν η κυβέρνηση εμφορείτο από μια διαφορετική νοοτροπία θα επεδίωκε τουλάχιστον την επιβολή προστατευτικών όρων για να αποφευχθεί η εκποίηση περιουσιών εις βάρος εκείνων των νοικοκυριών και εκείνων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους για λόγους που δεν φταίνε οι ίδιοι (μείωση εισοδημάτων-αύξηση υποχρεώσεων). Από την άλλη , θα έπρεπε η ίδια να χρηματοδοτήσει αναπτυξιακά έργα, προκειμένου να κινηθεί η αγορά ώστε να αντισταθμιστεί η οικονομική κατάσταση , στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω. Εκεί δηλαδή που η ιδιωτική επένδυση δεν επιτυγχάνει ή δεν υπάρχει, εκεί το κράτος οφείλει να προχωρήσει στις δημόσιες πλέον επενδύσεις, γιατί αυτό είναι μια από της κοινωνικές του υποχρεώσεις. Δεν το πράττει με αποτέλεσμα να έχουμε και το 2017 (και το 2018) την ίδια μίζερη εικόνα με βασικό αποδέχτη και θύμα το μέσο, το συνετό νοικοκύρη , τον ανώνυμο πολίτη και φορολογούμενο αυτού του κράτους. Αυτό που περιγράφω είναι το «new deal» που επιχείρησε με επιτυχία παλιότερα η Αμερική του Ρούσβελτ κατά το μεσοπόλεμο, μετά το “Κράχ”, αυτό έκανε η Ευρώπη μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτό κάνει η κάθε σοβαρή κυβέρνηση όταν εντοπίσει ότι είναι αδύνατο για το μέσο πολίτη να έχει πρόσβαση στο φτηνό χρήμα για να έχει πρόσβαση στη βελτίωση της επιχείρησης του, εισαγωγή νέας τεχνολογίας και καινοτομίας. Δεν τον πράττει και αυτό αποδεικνύεται μέσα από τον προϋπολογισμό».
Η κατάσταση είναι ακόμα πιο ζοφερή αν θυμηθούμε ότι μέσα στους κουρεμένους καταθέτες δεν είναι μόνο οι Ρώσσοι μεγιστάνες ή οι ολιγάρχες όπως μας έχουν πείσει οι Ευρωπαίοι φίλοι του κου Αναστασιάδη, αυτοί που πριν πέντε χρόνια μας έλεγαν ότι θα τον στηρίξουν όταν θα εκλεγεί ΠτΔ. Μέσα στος κουρεμένους καταθέτες υπάρχουν τα ταμεία προνοίας δεκάδων χιλιάδων υπαλλήλων, οι αποταμιεύσεις ζωής που εξανεμίστηκαν, χρηματικά ποσά που ήταν κατατιθεμένα προς εξασφάλιση δανείων. Σ΄αυτή την εικόνα επιχειρεί να δωθεί ένα success story με αναφορά σε αριθμούς και ψηφία τύπου ΑΒΒ – ΒΒ Junk, και ότι κατα καιρούς μας κοπανούν οι εμφανιζόμενοι ως ειδικοί.
Η κυβέρνηση Αναστασιάδη έχει μετατρέψει την Κυπριακή Δημοκρατία σε κράτος υπηρέτη του κατεστημένου του κυβερνώντος κόμματος και του κατεστημένου μέσα από το οποίο διαχρονικά αυτό αναδύεται.
Βεβαίως σε αυτόν τον κατήφορο δεν είναι μόνο γιατί, να είμαστε ειλικρινείς κομματικοποίηση του κράτους επιχείρησε και η κυβέρνηση Χριστόφια. Τα πράγματα όμως έχουν ξεφύγει γιατί, εαν τότε επί Χριστόφια υπήρχαν μία δύο φωνές κυρίως μέσω του τύπου να ακούγονται, στην παρούσα πενταετία δεν μιλά κανείς.
Δεν θα αναφερθώ σε πρόσωπα ή καταστάσεις, είναι γνωστά. Περιορίζομαι να αναφέρω μόνο ότι οι διορισμοί επιτρόπων, συμβουλίων, υπευθύνων, φορέων γίνονται με σκοπό κυρίως το βόλεμα «των δικών μας των παιδιών».Το βόλεμα του γιού ή της κόρης, του κομματικού μας υπεύθυνου, έχει καταστεί για τη κυβέρνηση σημαντικότερο από την εύρυθμη λειτουργία του κράτους ή των θεσμών.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είμαι από εκείνους που υποστηρίζουν ότι τα κόμματα έχουν θέση στη λειτουργία των θεσμών. Είναι τα πρόσωπα τα άξια και τα ικανά που θα πρέπει να λειτουργούν μέσω των θεσμών για το κοινό καλό.
Δεν είναι τα κόμματα που κάνουν τον άνθρωπο. Είναι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως κομμάτων που μετρούν, και αυτό δεν το κάνει η κυβέρνηση Αναστασιάδη όπως και δεν το έκανε η κυβερηση Χριστόφια –αδικώντας ταυτόχρονα και οι δύο τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους, δημιουργώντας νομενκλατούρα στις ίδιες τις τάξεις τους.
Ένα είναι όμως το σίγουρο, τουλάχιστον για τους Εδεκίτες και τους Σοσιαλιστές της Κύπρου, αυτή η πενταετία είναι μια πενταετία εκδικητικής συμπεριφοράς, μια πενταετία αποκλεισμού, καταπίεσης, προφανώς εξαιτίας της στάσης του κόμματος απέναντι στην πολιτική Ααναστασιάδη στα πολιτικά και εθνικά ζητήματα και βεβαίως λόγω της αντίληψης που υπάρχει οτι όταν όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εχθρός μας.
Άξιοι συνάδελφοι υπάρχουν σε όλα τα κόμματα,. Το λυπηρό είναι ότι τουλάχιστον οι άξιοι, οι οποίοι τυγχάνουν να είναι φίλοι ή μέλη της ΕΔΕΚ, έχουν αποκλειστεί από παντού, απο ημικρατικούς θεσμούς, από επιτροπές, ακόμα και απο τη διαπραγματευτική ομάδα στο Κυπριακό γιατί λένε ή πιστεύουν διαφορετικά από αυτά τα οποία θέλουν να ακούν οι κυβερνώντες.
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι, αν έχει αναδειχθεί κάτι τα τελευταία χρόνια στην Κύπρο είναι ότι η πολιτική του Προέδρου Αναστασιάδη στο Κυπριακό είναι η πλήρης αποτυχία, η παταγώδης πανωλεθρία. Αποτελούμε, ίσως, το μοναδικό φαινόμενο στον κόσμο όπου επιμένουμε εν ονόματι μιας διαδικασίας επίλυσης, η οποία επί 43 χρόνια δεν καταλήγει πουθενά και στην οποία η πλευρά μας διαπράττει τα ίδια λάθη περιμένοντας διαφορετικό αποτέλεσμα. Στο όνομα απόδειξης καλής θελήσεως ή της αδιαλλαξίας, τάχατες, της άλλης πλευράς, έχουμε επιδοθεί και τα τελευταία χρονια επιτείνει τη διολίσθηση και αποδοχή των τουρκιών θέσεων και την ανάδειξη του εκάστοτε φαιρέφωνου της κατοχής σε συνομιλητή ικανό να επιλύσει το Κυπριακό και αναφέρομαι στον Ντεκτάς, Ταλάτ, Έρογλου, Ακκιντζί.
Αυτοί ούτε τη δύναμη να μεταθέσουν ένα στρατιώτη δεν έχουν στα κατεχόμενα. Γιατί γι αυτό αποφασίζει ο διοικητής των Τουρκικών στρατευμάτων. Αλλά τους έχουμε αναδείξει σε ισότιμους και έχουμε ισοπεδώσει τα πάντα ώστε στη πενταμερή της Γενεύης και του Κράν Μοντάνα να υπάρχουν οι δύο κοινότητες και οι τρείς εγγυήτριες δυνάμεις.
Έχουμε αποδεχθεί, συνάδελφοι, τους Έποικους. Έχουμε αποδεχθεί τον μόνιμο γεωγραφικό διαχωρισμό και άρα τη διχοτόμηση την οποία σερβίρουμε με διάφορους όρους τύπου «Διζωνικής», «Συνιστόντα Κρατίδια», «Κατάλοιπα εξουσίας». Έχουμε αποδεχθεί ότι στο Βορρά δε θα πρέπει να ισχύει η αρχή της πλειοψηφίας. Έχουμε αποδεχθεί την εξομοίωση του 82% με το 18% σε μια μοναδική στα παγκόσμια μαθηματικά ιστορικά εξίσωση. Καταργούμε το ελεύθερο ουσιαστικά κομμάτι της Κύπρου και το εξομοιώνουμε με το ψευδοκράτος προκειμένου να προκύψουν δύο συνιστόντα κράτη. Έχουμε αποδεχθεί διεθνή εκπροοσώπηση των κοινοτήτων.
Επιδαψιλεύουμε ακόμα και σήμερα τον Ακκιντζί, ο οποίος δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, ο οποίος μιλά για δύο κράτη «δίπλα- διπλα» (τί άλλο από διχοτόμηση;), μιλά για δύο λαούς, για παρουσία Τουρκικών στρατευμάτων κατά και μετά τη λύση, στη διαιώνιση του συστήματος των εγγυήσεων και βεβαίως διεκδίκηση μεριδίου από το φυσικό αέριο ως τουρκοκυπριακό κράτος.
Φτάσαμε στο σημείο ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατία να προτείνει εκ περιτροπής προεδρία και βέτο του 18% στο 82% και βέβαια τη παραχώρηση τεσσάρων ελευθεριών στους Τούρκους πολίτες, 80 εκατομμύρια στον αριθμό.
Και σε αυτό προστίθεται και η δήλωση τόσο του κου Αναστασιάδη όσο και του κου Μαλά. Ότι στόχος είναι να συνεχίζουν οι διαπραγματεύσεις από εκεί που έχουν μείνει. Πού μείναμε συνάδελφοι; Τί άλλο έμεινε να δώσουμε; Και επειδή είχα ακούσει χθές τον αγαπητό κο Α. Κυπριανού να μιλά για «κούφια λόγια» και «επανάληψη συνθημάτων» όταν ομιλούμε για συνέχιση της Κυπριακής Δημοκρατίας και αποχώρηση των Τουρκικών στρατευμάτων, θέλω να σημειώσω ότι η στρατηγική που υπόσχεται ο κος Μαλάς δεν διαφέρει σε τίποτα από τη στρατηγική Αναστασιάδη. Δεν είναι ούτε γεύματα ή καφέδες με τον Ακκιντζί, ούτε οι διαπροσωπικές σχέσεις που θα λύσουν το Κυπριακό. Το Κυπριακό είναι ένα πρόβλημα εισβολής και κατοχής και όσο δεν κατανοούμε ότι το πρόβλημα είναι η Τουρκία και ότι το μοναδικό μας στρατηγικό πλεονέκτημα είναι αυτή η ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποία δε θα πρέπει να καταργήσουμε ΠΟΤΕ ούτε να την μετατρέψουμε σε συνιστόν κράτος, όσο δεν κατανοούμε ότι θα πρέπει επιτέλους να σταματήσουμε την απόδοση προτεραιότητας στο μέσο έναντι του αποτελέσματος, και του χρόνου εδώ θα είμαστε να λέμε τα ίδια πράγματα. Εκτός εάν από τις Προεδρικές εκλογές προκύψει Πόεδρος που θα «συνεχίσει από εκεί που μείναμε» και θα αποδεχθεί ό,τι έχει μείνει να δοθεί στη λύση Τουρκικών Προδιαγραφών. Σε αυτή την περίπτωση ασφαλώς του χρόνου δεν θα είμαστε εδώ!